Zefi Dimadama
  • Αρχική
  • Βιογραφικό
  • Δημοσιεύσεις
    • Φωτογραφικό Υλικό
    • Video
    • Επιστημονικές Δημοσιεύσεις
  • Επικοινωνία
  • English

Επαναπροσδιορισμός Περιβαλλοντικών Πολιτικών ενόψει Συμβουίου Κορυφής ΕΕ

της Ζέφης Δημαδάμα
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στη συνεδρίαση της 23ης Μαρτίου 2005 επανέφερε στα συμπεράσματα της προεδρίας τη στρατηγική της αειφόρου ανάπτυξης υπογραμμίζοντας την αναγκαιότητα ανανέωσης και επικαιροποίησης των κατευθυντηρίων αρχών της. Τον Ιούνιο, που έχει προγραμματιστεί η επόμενη συνάντηση Κορυφής, ένα από τα βασικότερα ζητήματα που θα συζητηθούν είναι η επεξεργασία των αρχών της αειφόρου ανάπτυξης, ο προσδιορισμός των περιβαλλοντικών δεικτών, των μεθόδων παρακολούθησης και ελέγχου, ο μακροχρόνιος σχεδιασμός και τα οποία πρόκειται κατά τη δήλωση του Συμβουλίου να εγκριθούν πριν το τέλος του 2005.

Μεταξύ των άλλων οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην προσεχή σύνοδο έχουν προαναγγείλει την επανεργοποίηση και τη συμπλήρωση των πολιτικών που σχετίζονται με την αειφόρο ανάπτυξη στη στρατηγική της Λισσαβόνας (2000), στην οποία είχε τεθεί ως πρωταρχικός στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οικονομική ισχυροποίησή της ώστε να γίνει η Ευρώπη «η ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία ανά την υφήλιο μέχρι το 2010».

Οι περιβαλλοντικές πολιτικές συμπεριελήφθησαν ουσιαστικά ένα χρόνο αργότερα, στο Γκέτεμποργκ (2001), όπου τέθηκαν οι προϋποθέσεις καταπολέμησης των κλιματικών αλλαγών, της διασφάλισης αειφόρων συστημάτων μεταφορών, της προάσπισης της δημόσιας υγείας, της ορθολογικότερης διαχείρισης των φυσικών πόρων και της ενσωμάτωσης της περιβαλλοντικής πολιτικής στους υπόλοιπους τομείς. Επιπλέον η Ευρωπαϊκή Ένωση για την περίοδο 2000-2006 διέθεσε κονδύλια μέσω των διαρθρωτικών ταμείων για καινοτόμες περιβαλλοντικές δράσεις και περιβαλλοντικές υποδομές τα οποία όμως χαρακτηρίστηκαν από την έλλειψη ενός συστηματικού και οργανωμένου θεσμικού πλαισίου.

Τα ζητήματα αυτά θα έπρεπε να είχαν ήδη υιοθετηθεί στις διεθνείς και ευρωπαϊκές Συνθήκες, πράγμα που επιχειρήθηκε σε ένα βαθμό στο Ευρωσύνταγμα, ειδικά σε μια περίοδο όξυνσης των περιβαλλοντικών προβλημάτων (π.χ. η άρνηση υιοθέτησης από ορισμένα κράτη της Συνθήκης του Κιότο).

Ο συνδυασμός δύο μάλλον αντικρουόμενων σε πρώτο επίπεδο επιλογών για την οικονομική ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος, που εμπεριέχονται στη στρατηγική της αειφόρου ανάπτυξης, προκάλεσε και προκαλεί ποικίλες αντιδράσεις οδηγώντας σε σημαντικές αντιπαραθέσεις και αντεγκλήσεις. Αν και μεταξύ των άλλων το βασικό ερώτημα είναι αν μπορούν πράγματι να συνυπάρξουν και να διασφαλιστούν οι όροι αύξησης των ρυθμών ανάπτυξης και η προστασία και βελτίωση του περιβάλλοντος.

Με τον όρο «αειφόρο ανάπτυξη» προσδιορίζουμε την οικονομική ανάπτυξη με συγκεκριμένους όρους οι οποίοι διασφαλίζουν τις ανάγκες των σημερινών γενεών χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο τις ανάγκες των μελλοντικών. Ωστόσο, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας όπου κυριαρχούν νεοφιλελεύθερες πολιτικές οι οποίες βασίζονται στην κερδοφορία με όρους περιβαλλοντικής υποβάθμισης το θέμα της αειφορίας παραμένει σημαντικό προκαλώντας συζητήσεις και διενέξεις (κρατών, κυβερνήσεων, κομμάτων, κοινωνικών οργανώσεων, επιχειρήσεων, πολιτών, μη κυβερνητικών οργανώσεων κ.λ.π.) ιδιαίτερα στις ανεπτυγμένες χώρες.
Αξίζει να σημειωθεί ωστόσο ότι, οι καθυστερήσεις και οι αναβολές σε επίπεδο κορυφής στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την αειφόρο ανάπτυξη, είναι προφανές ότι προσκρούουν σε αντίθετες επιλογές κρατών, κυβερνήσεων και επιχειρηματικών συμφερόντων που επιδιώκουν ενός άλλου τύπου μοντέλου ανάπτυξης στο οποίο δεν συνυπολογίζονται οι καταστροφικές συνέπειες της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης. Οι αναπτυγμένες και οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν προτάσσουν παρόμοιες αντιλήψεις για την περιβαλλοντική προστασία ως εξίσου σημαντική με την επιδιωκόμενη οικονομική ανάπτυξη η οποία προωθείται με το όποιο τίμημα στο περιβάλλον και δεν υπόκεινται σε σαφείς περιβαλλοντικούς προσδιορισμούς και περιορισμούς. Οι δυνάμεις που προωθούν τις νεοφιλελεύθερες στρατηγικές όπως την απελευθέρωση των αγορών και επιδιώκουν να εντάξουν ως αγοραία αγαθά, μεταξύ των άλλων, την ποιότητα ζωής, την απορύθμιση του θεσμικού πλαισίου και να προωθήσουν μονομερώς ενισχύσεις προς τους εργοδότες, χωρίς περιβαλλοντικούς προσδιορισμούς και δεσμεύσεις, ενώ ταυτόχρονα θέτουν σε υποδιέστερη θέση την περιβαλλοντική προστασία στο βωμό της κερδοφορίας και των δεικτών της οικονομικής ανάπτυξης. Συγχρόνως, άτομα με χαμηλά εισοδήματα αναζητούν νέες θέσεις εργασίας, κοινωνικά δικαιώματα και την αντιμετώπιση της φτώχειας και του αποκλεισμού, χωρίς να προτάσσουν τα προβλήματα του περιβάλλοντος (με ορισμένες εξαιρέσεις όπως π.χ. τα περιβαλλοντικά κινήματα και οι προοδευτικές δυνάμεις).

Η διαπίστωση είναι ότι η αποσπασματικότητα των περιβαλλοντικών δράσεων / προγραμμάτων και η επιβολή κανονιστικών ρυθμίσεων δεν μπορούν να λειτουργήσουν σε ένα ανταγωνιστικό επιχειρηματικό περιβάλλον χωρίς προσδιορισμούς, αλλά ούτε σε μια κοινωνία με προβλήματα διαβίωσης και με χαμηλό βαθμό περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης. Ο σεβασμός στη φύση και στο περιβάλλον απαιτεί βαθιά περιβαλλοντική παιδεία και ηθική με ενεργοποίηση της συμμετοχής του πολίτη, με ουσιαστική εκπαίδευση και όχι μόνο με κεντρικές επιλογές (όπως τα μέτρα συμμόρφωσης για περιβαλλοντικές γεωργικές πρακτικές που περιλαμβάνονται στη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική).

Η ενημέρωση των καταναλωτών, των παραγωγών, των πολιτών απαιτεί από την παγκόσμια κοινότητα, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα κράτη μέλη, τις κυβερνήσεις και τις πολιτικές δυνάμεις να δράσουν και να επιλέξουν πολιτικές σε έναν κοινό άξονα , προωθώντας παράλληλα ζητήματα περιβαλλοντικής προστασίας, δημόσιας υγείας, ποιότητας ζωής αλλά και οικονομικής ανάπτυξης. Ως εκ τούτου τίθεται θέμα συνολικού επαναπροσδιορισμού όλων όσων αντιμετωπίζουν με ευθύνη την αειφόρο ανάπτυξη και ιδιαίτερα των πολιτών οι οποίοι απαιτείται να έχουν όχι μόνο λόγο και ευαισθησία αλλά γνώση και δύναμη ώστε να κατανοήσουν τα περιβαλλοντικά προβλήματα και να δράσουν αποτελεσματικά.

Σε αυτό το πλαίσιο, είναι αισιόδοξο το μήνυμα που εκπέμπεται από πολλές περιοχές του πλανήτη και αναδεικνύεται σταδιακά με την ενεργοποίηση πολιτικών και κοινωνικών φορέων και κυβερνήσεων ώστε να παρθούν αποφάσεις και να υλοποιηθούν οι δεσμεύσεις και οι έλεγχοι στην εφαρμογή των περιβαλλοντικών πολιτικών με στόχο την ισόρροπη ανάπτυξη μέσα από όρους δημοκρατίας και ισότητας η οποία θα λειτουργήσει έμπρακτα στη στρατηγική της αειφόρου ανάπτυξης.


«Κόσμος του Επενδυτή», Μάιος 2006
Powered by Create your own unique website with customizable templates.